Έρευνα: Η πρόωρη εξαγωγή των φρονιμιτών βοηθά στην αποφυγή της περιοδοντίτιδας

by manager

Η έρευνα μιας ομάδας Γερμανών ερευνητών έδειξε ότι ορισμένες μεταβλητές που σχετίζονται με την εμφάνιση ασθενειών των ούλων βελτιώνονται με την πρόωρη εξαγωγή των εσώκλειστων φρονιμιτών στους νέους. Οι μεταβλητές αυτές αφορούν το probing pocket depth (PPD), που σχετίζεται με το βάθος των ούλων που μπορεί να εξεταστεί και το clinical attachment level (CAL), που σχετίζεται με το επίπεδο της κλινικής εποπτείας.Οι PPD και CAL χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της νόσου των ούλων. 

Η εξαγωγή των φρονιμιτών μπορεί να επηρεάσει τον ιστό των ούλων των κοντινών γομφίων, αναφέρουν οι ερευνητές. Για την συγκεκριμένη έρευνα, το PPD μετρήθηκε από την άκρη των ούλων έως τη βάση του θύλακα και η απόσταση των 4 mm θεωρήθηκε ανθυγιεινή.

Ένας ανιχνευτής μέτρησε επίσης το CAL, το οποίο παρέχει πληροφορίες σχετικά με την απώλεια οστού και την πρόοδο της ασθένειας των ούλων, υπολογίζοντας την απόσταση από τη βάση του ούλου, έως όπου το σμάλτο των δοντιών συναντά το κάλυμμα της ρίζας.

Οι 39 ασθενείς που εξετάσθηκαν στην έρευνα, οι οποίοι είχαν μέσο όρο ηλικίας τα 22 έτη, είχαν αφαιρέσει ήδη τους φρονιμίτες τους για ορθοδοντικούς λόγους. Κάθε ασθενής είχε αφαιρέσει επιτυχώς τουλάχιστον έναν ή δύο φρονιμίτες της κάτω γνάθου. Οι αλλαγές στους PPD και CAL τους μετρήθηκαν σε 3 φάσεις: πριν από τη χειρουργική επέμβαση, έξι μήνες και πέντε χρόνια μετά τη χειρουργική επέμβαση.

Σύμφωνα με τη μελέτη, πέντε χρόνια μετά την αφαίρεση των φρονιμιτών δεν παρατηρήθηκε αρνητική επίδραση στις μεταβολές του PPD. Το PPD μειώθηκε σημαντικά και οι μεταβολές στο CAL απέδωσαν παρόμοια αποτελέσματα, δείχνοντας μειωμένη πιθανότητα εμφάνισης παθήσεων των ούλων.

Επιπλέον, οι ασθενείς με εντελώς εσώκλειστους φρονιμίτες, οι οποίοι ήταν προσκολλημένοι στα οστά της γνάθου, δεν παρουσίασαν επιδείνωση στα επίπεδα PPD και CAL.

Έτσι λοιπόν, η έρευνα επιβεβαιώνει την θεωρία των μελετητών ότι η προληπτική εξαγωγή των φρονιμιτών δεν προκαλεί επιπλέον ζημιά στα διπλανά δόντια, επομένως μειώνεται ο κίνδυνος βλάβης των ούλων. 

Ωστόσο, η προληπτική εξαγωγή για ορθοδοντικούς λόγους, σύμφωνα με τους ερευνητές, θα πρέπει να αποφασιστεί λαμβάνοντας υπόψη άλλους πιθανούς κινδύνους, όπως βλάβη των νεύρων, κατάγματα, λοιμώξεις και πόνο. 

Η σχέση Περιοδοντίτιδας και Οστεοπόρωσης

by manager

Τόσο η οστεοπόρωση όσο και η περιοδοντίτιδα είναι ασθένειες που προσβάλλουν μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, άντρες και γυναίκες, με μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης, όσο αυξάνεται η ηλικία.

osteoporosi-periodontitida

Η οστεοπόρωση είναι μία σκελετική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την ελάττωση της ποιότητας, της πυκνότητας και της αντοχής των οστών, αυξάνοντας τον κίνδυνο καταγμάτων.

Ένα 30% – 50% των γυναικών προσβάλλεται από τη νόσο και προβλέπεται αύξηση των περιστατικών στο μέλλον.

Η νόσος, που όπως είπαμε αφορά και τους άνδρες, ονομάστηκε «σιωπηλή επιδημία» καθώς η διάγνωση της σε αρχικά στάδια είναι πολλές φορές δύσκολη και εξελίσσεται σχετικά αθόρυβα.

Από την άλλη, η περιοδοντίτιδα είναι μία χρόνια φλεγμονή των στηρικτικών ιστών των δοντιών, δηλαδή των ούλων και του οστού της γνάθου.

Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι η απώλεια οστού γύρω από τα δόντια που οδηγεί αντίστοιχα σε απώλεια των ίδιων των δοντιών, λόγω έλλειψης στήριξης και κινητικότητας.

Συνοδεύεται από αιμορραγίες, πρησμένα ούλα ή αποκάλυψη ριζών και δημιουργία θυλάκων στη σχισμή των ούλων γεμάτων μικρόβια.

Ενώ η βασική αιτία της περιοδοντίτιδας είναι η συσσώρευση οδοντικής πλάκας λόγω πλημμελούς στοματικής υγιεινής, υπάρχει μία σειρά παραγόντων που επηρεάζουν καθοριστικά την πορεία της νόσου.

Ένας σημαντικός παράγοντας είναι η οστεοπόρωση.

Το φατνιακό οστό είναι ιδιαίτερα επιρρεπές στην οστεοπόρωση. Καθώς η βασική αιτία της οστεοπόρωσης θεωρείται η εμμηνόπαυση, η θεραπευτική αγωγή περιλαμβάνει οιστρογόνα, ασβέστιο και βιταμίνη D.

Αυτή η αγωγή οδηγεί αντίστοιχα και σε σημαντική αύξηση της πυκνότητας των οστών των γνάθων, μείωση της αιμορραγίας των ούλων και βελτίωση της εικόνας της περιοδοντίτιδας.

Η συσχέτιση των δύο νόσων καθώς και το γεγονός ότι, σύμφωνα με αρκετούς ερευνητές, το οστό της κάτω γνάθου επηρεάζεται από την οστεοπόρωση σε πολύ αρχικά στάδια, πριν τη σπονδυλική στήλη και τα μακρά οστά, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι:

η περιοδοντολογική εξέταση θα μπορούσε να συμβάλλει στην έγκαιρη διάγνωση της οστεοπόρωσης.

Δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε, η οστεοπόρωση μπορεί να εξελίσσεται αθόρυβα, κάνοντας δύσκολη τη διάγνωση σε αρχικά στάδια..

Οι ασθενείς με ιστορικό περιοδοντίτιδας θα πρέπει να συστήνεται να εξετάζονται προληπτικά για οστεοπόρωση.

Η σπουδαιότητα της έγκαιρης διάγνωσης της οστεοπόρωσης οφείλεται στη δυνατότητα έγκαιρης θεραπευτικής αντιμετώπισης της νόσου.

Όσο η νόσος προχωρά, τόσο περισσότερο απορροφάται το οστό των γνάθων και πολλές φορές είναι αδύνατη ακόμα και η μάσηση με τεχνητή οδοντοστοιχία.

Η ποιότητα ζωής του ασθενούς υποβαθμίζεται, το διαιτολόγιο του περιορίζεται σε μαλακές τροφές χωρίς τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και συνεπώς η οστεοπόρωση επιδεινώνεται περισσότερο.

Συνοψίζοντας τη συσχέτιση της περιοδοντικής νόσου με την οστεοπόρωση, αξίζει να αναφέρουμε πως οι τακτικοί οδοντιατρικοί έλεγχοι μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό βήμα τόσο σε επίπεδο πρόληψης αλλά κάποιες φορές και διάγνωσης.

Γέφυρα ή Εμφύτευμα; Ποια είναι η προτιμότερη μέθοδος;

by manager

Γέφυρα ή Εμφύτευμα; Ποια είναι η προτιμότερη μέθοδος;

 

Οδοντικά εμφύτευμα ή γέφυρα; Ποια η προτιμότερη μέθοδος αποκατάστασης χαμένων δοντιών;

Η επιλογή ανάμεσα στην αποκατάσταση με γέφυρα ή με ένα ή περισσότερα οδοντικά εμφυτεύματα αποτελεί μια δύσκολη απόφαση αρκετών ασθενών που έχουν υποστεί απώλεια ενός ή περισσότερων δοντιών.

Ξεκινώντας από τις βασικές αρχές της οδοντιατρικής, πρέπει να τονίσουμε πως όταν χάσουμε ένα ή περισσότερα δόντια από το φραγμό είναι απαραίτητο να τα αντικαταστήσουμε.

Σε διαφορετική περίπτωση διαταράσσεται η ισορροπία της σύγκλισης και δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα που μπορεί να οδηγήσουν σε απώλεια περισσότερων δοντιών.

Αν το δόντι που απουσιάζει είναι κάποιο από τα μπροστινά, τότε επεμβαίνουν και οι εξίσου σημαντικοί αισθητικοί λόγοι που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην επιλογή της μεθόδου αποκατάστασης.

Η αποκατάσταση ενός ή περισσότερων χαμένων δοντιών μπορεί να γίνει είτε με γέφυρα είτε με Οδοντικά εμφυτεύματα.

Οι διαφορές ανάμεσα στους δύο αυτούς τρόπους είναι σημαντικές και συχνά καθοριστικές για την τελική απόφαση.

Ας δούμε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της κάθε μεθόδου στη σύγκριση που ακολουθεί:

  • Η κατασκευή γέφυρας προκαλεί φθορά στα υγιή δόντια, ενώ τα εμφυτεύματα όχι.

Για την κατασκευή μιας γέφυρας είναι απαραίτητο το τρόχισμα των δοντιών πάνω στα οποία πρόκειται να στηριχθεί.

[Φώτο: Γέφυρα]
Το τρόχισμα αυτών των υγειών δοντιών τα καθιστά επιρρεπή σε μελλοντικές βλάβες, οι οποίες προκαλούνται συχνά λόγω ύπαρξης της γέφυρας.

Όταν, λοιπόν ένα από τα γειτονικά δόντια πάνω στα οποία στηρίζεται η γέφυρα παρουσιάσει πρόβλημα, τότε για την αποτελεσματική θεραπεία είναι πιθανό να χρειαστεί αφαίρεση γέφυρας, επανατοποθέτηση ή κατασκευή νέας.

Σε αντίθεση με την παραπάνω κατάσταση, ένα εμφύτευμα τοποθετείται χωρίς να προκληθεί η παραμικρή βλάβη στα γειτονικά, υγιή δόντια.

  • Τα εμφυτεύματα υπερτερούν σε ότι αφορά στην καθαριότητα του στόματος.

Σε αντίθεση με μια οδοντική γέφυρα που αποτελεί μια ενιαία κατασκευή, τα εμφυτεύματα επιτρέπουν το σχολαστικότερο καθαρισμό ανάμεσα στα δόντια και καθιστούν δυνατή τη χρήση οδοντικού νήματος, κάτι που είναι σημαντικά δυσκολότερο σε μια γέφυρα.

Οι γέφυρες έχουν υψηλές απαιτήσεις στοματικής υγιεινής και για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι απαραίτητος ο ειδικός καθαρισμός με τα κατάλληλα εργαλεία (π.χ. βουρτσάκια μεσοδόντιων).

Συχνά οι ασθενείς δυσκολεύονται να διατηρήσουν τις απαιτούμενες συνθήκες υγιεινής και τελικά προκαλούνται προβλήματα περιοδοντίτιδας στα δόντια-στηρίγματα που θέτουν με τη σειρά τους σε κίνδυνο ολόκληρη τη γέφυρα.

Τα εμφυτεύματα, επίσης, απαιτούν άριστη καθαριότητα, όπως και τα φυσικά μας δόντια. Η διαδικασία, όμως, είναι σημαντικά ευκολότερη από αυτή του καθαρισμού μιας γέφυρας.

  • Η γέφυρα δεν απαιτεί χειρουργική επέμβαση, σε αντίθεση με τα εμφυτεύματα.

Για την τοποθέτηση του εμφυτεύματος είναι απαραίτητη μια μικρή χειρουργική επέμβαση που γίνεται στο χώρο του ιατρείου με τοπική αναισθησία.

Πρόκειται, όμως, για ένα μικρό τραύμα, το οποίο θα ξεχάσετε πολύ γρήγορα, σε σύγκριση με αυτό που προκαλείται από το τρόχισμα δοντιών που απαιτείται για την κατασκευή μιας γέφυρας και θα παραμείνει για μια ζωή.

Στηριζόμενοι σε στατιστικά αποτελέσματα μπορούμε να πούμε με ασφάλεια πως μια γέφυρα δε θα μείνει στο στόμα του ασθενούς για πάντα, κυρίως λόγω της ευαισθησίας που προκαλείται στα γειτονικά δόντια.

  • Το κόστος ενός εμφυτεύματος είναι μεγαλύτερο από αυτό μιας γέφυρας.

Ναι, ένα εμφύτευμα θα σας κοστίσει περισσότερο από μια γέφυρα. Όμως, αν αναλογιστείτε πως η γέφυρα κάποτε θα χρειαστεί αντικατάσταση και πιθανόν αυτή να προκαλέσει απώλεια επιπλέον δοντιού – στηρίγματος, τότε σε βάθος χρόνου ένα οδοντικό εμφύτευμα αποδεικνύεται οικονομικότερη και λιγότερο επώδυνη λύση.

Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως σε έναν ασθενή με υγιές οστό που φροντίζει σωστά την υγιεινή του στόματός του, ένα εμφύτευμα μπορεί να “ζήσει” μια ολόκληρη ζωή.

  • Το εμφύτευμα μιμείται τη φύση, ενώ η γέφυρα όχι.

[Φώτο: Οδοντικό εμφύτευμα]
Στην αποκατάσταση με την χρήση εμφυτεύματος τοποθετούμε μια τεχνητή ρίζα στην θέση της πραγματικής ρίζας του δοντιού που απουσιάζει.

Έπειτα, το τεχνητό δόντι τοποθετείται με τη σειρά του πάνω στο εμφύτευμα που έχει προηγηθεί.

Το τιτάνιο, το υλικό από το οποίο είναι κατασκευασμένα τα εμφυτεύματα έχει την ιδιότητα να ενσωματώνεται πλήρως με το οστό των γνάθων και αυτό δίνει την αίσθηση στον ασθενή πως το εμφύτευμα λειτουργεί σαν ένα φυσικό δόντι.

Ανακεφαλαίωση: Μια σύντομη σύγκριση.

1. Με τα εμφυτεύματα δεν τροχίζουμε/τραυματίζουμε τα γειτονικά, υγιή δόντια, όπως συμβαίνει με τις γέφυρες.

2. Τα εμφυτεύματα επιτρέπουν το σωστό καθαρισμό του στόματος (οδοντικό νήμα), ενώ οι γέφυρες, ως ενιαίες κατασκευές, “παγιδεύουν” τροφές και κρύβουν κινδύνους.

3. Το αρχικό κόστος ενός εμφυτεύματος είναι μεγαλύτερο. Μακροπρόθεσμα, όμως, αποτελεί οικονομικότερη λύση.

4. Ένα οδοντικό εμφύτευμα μιμείται τη φύση, τόσο αισθητικά όσο λειτουργικά.

Τελικά, πότε είναι σκοπιμότερη η επιλογή της γέφυρας;

Είναι φανερό πως τις περισσότερες φορές η επιλογή του εμφυτεύματος απέναντι στη γέφυρα είναι προτιμότερη.

Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που ενδείκνυται η επιλογή της αποκατάστασης με κατασκευή γέφυρας. Οι πιο συχνές από αυτές είναι:

  • Όταν τα παρακείμενα του κενού χώρου δόντια έχουν υποστεί μεγάλες αποκαταστάσεις (μεγάλα σφραγίσματα ή ανασυστάσεις), τότε είναι προτιμότερη η γέφυρα, γιατί με τις στεφάνες που θα καλυφθούν τα προφυλάσσουμε από μελλοντικά σπασίματα.
  • Όταν τα δόντια έχουν αυξημένη κινητικότητα λόγω περιοδοντικών βλαβών, τότε ενώνοντάς τα τα ναρθηκοποιούμε προσφέροντας ακινητοποίηση που θα παρατείνει το χρόνο ζωής τους στο στόμα.
  • Όταν στην μπροστινή περιοχή έχουμε δυσχρωμικά δόντια, τότε καλύπτοντάς τα έχουμε καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα. Γενικότερα, όταν για οποιοδήποτε λόγο τα δόντια που βρίσκονται δίπλα από το κενό (χαμένο δόντι) χρειάζονται κάλυψη για αισθητικούς λόγους, τότε προτιμούμε την κατασκευή γέφυρας.

Εκεί που υπερτερεί κατά κράτος η λύση των εμφυτευμάτων είναι όταν δεν έχουμε πίσω δόντια-στηρίγματα και η επιλογή είναι τα εμφυτεύματα ή η κινητή μερική οδοντοστοιχία (vitallium-μασελάκι).

Σε αυτήν την περίπτωση τα εμφυτεύματα προσφέρουν μια ακίνητη, σταθερή αποκατάσταση και μας απαλλάσσουν από το “βάλε-βγάλε” της κινητής οδοντοστοιχίας ώστε να είναι δυνατός ο καθαρισμός αυτής και του στόματος συνολικά.