Συνδυασμός μητρικού γάλακτος και σιέλου βρεφών διαμορφώνει ένα υγιές στοματικό μικροβίωμα

by manager
 

Συνδυασμός μητρικού γάλακτος και σιέλου βρεφών διαμορφώνει ένα υγιές στοματικό μικροβίωμα

 

Υπάρχει μεγάλη διαφωνία για τα υπέρ και τα κατά του θηλασμού και της χρήσης βρεφικού γάλατος. Μία ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας Queensland στην Αυστραλία, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Queensland, επίσης στην Αυστραλία, βρήκε πως ο θηλασμός τουλάχιστον όσον αφορά τη στοματική υγεία του βρέφους, είναι επωφελής.

Σύμφωνα με την Dr. E.Sweeney, επικεφαλής της έρευνας, από το Ινστιτούτο Υγείας και Βιοϊατρικής Καινοτομίας στο ίδιο Πανεπιστήμιο, σε προηγούμενες μελέτες της ίδιας ερευνητικής ομάδας βρέθηκαν σημαντικές διαφορές στην επίπτωση σημαντικών βακτηρίων στο στόμα των παιδιών που είχαν θηλάσει ή είχαν τραφεί με βρεφικό γάλα και πως οι αλληλεπιδράσεις του μητρικού γάλακτος και του σιέλου ενισχύουν την εγγενή ανοσία λειτουργώντας σε συνέργια για να ρυθμίσουν το στοματικό μικροβίωμα των νεογνών.

Για την τελευταία μελέτη, μία ποικιλία μικροοργανισμών εκτέθηκαν σε μίγματα μητρικού γάλακτος και σιέλου. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως η αναστολή της αύξησης των μικροργανισμών έλαβε χώρα αμέσως και για έως και μία ημέρα, ανεξάρτητα από το αν οι μικροοργανισμοί θεωρούνταν παθογόνοι ή συμβιωτικοί στο στόμα ενός παιδιού.

Τα ευρήματά, μας δείχνουν πως ο θηλασμός είναι περισσότερο από μία απλή πηγή διατροφής για τα βρέφη επειδή παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός υγιούς στοματικού μικροβιώματος”, αναφέρει η Dr. Sweeney. “Σε προηγούμενη έρευνά μας βρέθηκε πως η αλληλεπίδραση του βρεφικού σάλιου και του μητρικού γάλακτος απελευθερώνει αντιβακτηριδιακές ενώσεις, συμπεριλαμβανομένου του υπεροξειδίου του υδρογόνου. Η απελευθέρωση αυτής της χημικής ένωσης ενεργοποιεί επίσης το σύστημα της λακτοϋπεροξειδάσης, που παράγει επιπρόσθετες ενώσεις που εμφανίζουν επίσης αντιβακτηριδιακή δράση και αυτές οι ενώσεις μπορούν να ρυθμίσουν την αύξηση των μικροοργανισμών”, όπως προσθέτει η ίδια.

Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, η σύνθεση του μικροβιώματος ενός βρεφικού στόματος παίζει σημαντικό ρόλο για την υγεία και την ποιότητα ζωής του και επιδρά, επίσης, σε φλεγμονές και νοσήματα στην αρχή της ζωής ενός βρέφους.

Ο νέος ρόλος της οδοντιατρικής στην καρδιαγγειακή υγεία

by manager
Ο νέος ρόλος της οδοντιατρικής στην καρδιαγγειακή υγεία
 

Ο νέος ρόλος της οδοντιατρικής στην καρδιαγγειακή υγεία

 

Είναι γνωστό εδώ και πολύ καιρό ότι η περιοδοντική νόσος αποτελεί μία μάστιγα για την ανθρωπότητα. Αποτελεί το υπ’ αριθμόν ένα λόγο για τον οποίο οι άνθρωποι χάνουν τα δόντια τους και η απώλεια των δοντιών έχει πολλές αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μιας μελέτης, το 47,2% των ενηλίκων ατόμων στις ΗΠΑ (δηλαδή, 64,7 εκατομμύρια άνθρωποι) έχουν περιοδοντίτιδα κάποιου βαθμού. Επιπλέον, η μελέτη βρήκε ότι, μεταξύ των ενηλίκων ηλικίας 65 ετών και άνω, το ποσοστό επικράτησης αυξήθηκε στο 70,1 τοις εκατό. Αυτά τα στατιστικά στοιχεία είναι προφανώς μη αποδεκτά για τους οδοντιάτρους, οι οποίοι προσπαθούν να κινητοποιήσουν τους ασθενείς για φροντίσουν τη στοματική τους υγεία. Ωστόσο, υπάρχουν νεότερες πληροφορίες οι οποίες θα μπορούσαν να βοηθήσουν πολύ αυτούς τους ασθενείς να ακολουθήσουν τις συστάσεις των οδοντιάτρων τους.

Scott Trettenero, DDS
Arthur Molzan, DDS
Thomas Roberts, DDS, PA

Η περιοδοντική νόσος προκαλεί καρδιαγγειακή νόσο

Μία πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη έδειξε ότι η περιοδοντική νόσος προκαλεί πολύ μεγαλύτερη βλάβη στη συνολική υγεία των ανθρώπων σήμερα σε σχέση με το παρελθόν. Η μελέτη αποκάλυψε ότι ορισμένα είδη βακτηρίων που είναι γνωστό ότι προκαλούν περιοδοντική νόσο, είναι επίσης και κύρια αιτία για καρδιαγγειακή νόσο (ΚΑΝ), την κύρια θανατηφόρο πάθηση για άντρες και γυναίκες, παγκοσμίως. Το συμπέρασμα αυτής της μελέτης έχει δυνητικώς επιπτώσεις που μπορούν να σώσουν τη ζωή, δηλώνοντας ότι η οδοντιατρική κατέχει έναν καθοριστικό ρόλο στην πρόληψη των καρδιακών προσβολών και των εγκεφαλικών.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, οι ανεπιθύμητες καρδιαγγειακές επιδράσεις από την περιοδοντική νόσο μπορεί να συνδέονται με κάποια παθογόνα βακτήρια υψηλού κινδύνου: Aggregatibacter actinomycetemcomitansPorphyromonas gingivalisTannerella forsythiaTreponema denticola και/ή Fusobacterium nucleatum. Έχει δειχθεί ότι αυτά τα συγκεκριμένα βακτήρια, τα οποία είναι γνωστό ότι είναι τα πλέον παθογόνα όσον αφορά στην διάσπαση του περιοδοντίου, μετακινούνται από το στοματικό περιβάλλον στη γενική κυκλοφορία, προκαλώντας φλεγμονή των αρτηριών.

Οι ερευνητές μπόρεσαν να προσδιορίσουν ότι αυτά τα βακτήρια προκαλούσαν επίσης ανεξάρτητα καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά. Για να θεωρηθούν ως αιτιολογικοί παράγοντες για ΚΑΝ, έπρεπε να δειχθεί ότι αυτά τα βακτήρια είχαν μία επίδραση σε τρία κοινώς αποδεκτά ουσιαστικά στοιχεία της παθογένεσης της αθηροσκλήρωσης: συγκέντρωση λιποπρωτεϊνών στον ορό, ενδοθηλιακή διαπερατότητα και προσκόλληση των λιποπρωτεϊνών στον έσω χιτώνα των αρτηριών.

Δεν υπάρχουν συμπερασματικές επιστημονικές ενδείξεις ότι οι παθογόνοι μικροοργανισμοί υψηλού κινδύνου που προκαλούν περιοδοντική νόσο μπορούν να επηρεάσουν αυτά τα τρία στοιχεία με ανεπιθύμητο τρόπο. Ως εκ τούτου, είναι εύλογο να δηλωθεί ότι η περιοδοντική νόσος που προκαλείται από υψηλού κινδύνου παθογόνους αποτελεί επίσης μία συμβάλλουσα αιτία αθηροσκλήρωσης. Οι οδοντίατροι που αναγνωρίζουν ότι η περιοδοντική νόσος αποτελεί μία αιτία για ΚΑΝ και τη θεραπεύουν κατάλληλα, μπορούν να προσφέρουν μία σημαντική υπηρεσία για τη μείωση του φόρτου της αρτηριακής νόσου.

«Η περιοδοντική νόσος θεωρείται σήμερα μία ιατρική νόσος», λέει ο Marc Penn, MD, PhD, πρώην διευθυντής της ΜΕΘ στην Cleveland Clinic, Cleveland, Ohio. Ωστόσο, η περιοδοντική νόσος συνιστά ένα ιατρικό πρόβλημα με μία οδοντιατρική λύση.

Με ποιον τρόπο τα βακτήρια του στόματος προκαλούν συστηματική φλεγμονή

Η βακτηριαιμία με μικρόβια από τη στοματική κοιλότητα έχει τεκμηριωθεί καλά ήδη από το 1954. Η μελέτη-ορόσημο έδειξε ότι η συστηματική εξάπλωση των μικροβίων του στόματος σε όλο το σώμα συμβαίνει συχνά και με ταχύτητα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη φλεγμονής (οξείας και χρόνιας), η οποία, σήμερα, αναγνωρίζεται ως ένας κύριος παράγοντας σε πολλές ασθένειες. Η μεγαλύτερη αιτία φλεγμονής του στόματος είναι η παρουσία παθογόνων βακτηρίων και έχει δειχθεί ότι η φλεγμονή του στόματος συνιστά μία μείζονα πηγή συστηματικής φλεγμονής.

Τα βακτήρια εισέρχονται στη συστηματική κυκλοφορία άμεσα και επίσης παράγουν ενδοτοξίνες, όπως οι λιποπολυσακχαρίτες. Αυτές οι ενδοτοξίνες παράγουν φλεγμονώδεις κυτοκίνες, προκαλούν αυξορρύθμιση των ενδοθηλιακών μορίων προσκόλλησης και ενισχύουν τον σχηματισμό θρόμβων αίματος που μπορούν να ευνοήσουν την ανάπτυξη αρτηριακής νόσου και, τελικά, να οδηγήσουν σε μία καρδιακή προσβολή ή ένα εγκεφαλικό. Έχει δειχθεί ότι οι παθογόνοι του στόματος συχνά σχετίζονται με τον σχηματισμό θρόμβων αίματος, που είναι το αποτέλεσμα της αθηροσκλήρωσης.

Σύμφωνα με μία αναφορά από το ScienceDaily, η έρευνα έχει δείξει ότι η περιοδοντική θεραπεία με αντιμικροβιακά πρωτόκολλα μπορεί να είναι χρήσιμη στην επιβράδυνση της εξέλιξης της ΚΑΝ. Η επίδραση της οδοντιατρικής στην υγεία της καρδιάς φαίνεται ότι είναι τόσο σημαντική όσο και η διαχείριση των παραδοσιακών δεικτών καρδιαγγειακής νόσου, όπως η χοληστερόλη και ο δείκτης μάζας σώματος.

Η περιοδοντική νόσος και ο δυνητικός, ως αποτέλεσμα αυτής, κίνδυνος ΚΑΝ πρέπει να αντιμετωπίζεται προσδιορίζοντας και στοχεύοντας στα παθογόνα βακτήρια. Ο μόνος τρόπος για την επιτυχημένη μείωση της φλεγμονής είναι η αποτελεσματική αντιμετώπιση της μικροβιακής πλευράς της νόσου. Προς όφελος της ανάπτυξης πιο αποτελεσματικών περιοδοντικών θεραπειών, η οδοντιατρική θα μπορούσε να εξετάσει την υιοθέτηση κάποιων από το «ιατρικό μοντέλο» για την αντιμετώπιση και την αξιολόγηση των φλεγμονών ως μία προσθήκη στις υφιστάμενες θεραπείες. Οι τρέχουσες θεραπείες στην οδοντιατρική αφορούν κυρίως στη βελτίωση των ανατομικών μετρήσεων και, στην ουσία, αγνοούν τη μικροβιακή επίπτωση της νόσου.

Δυστυχώς, έχει δειχθεί ότι οι μη αντιμικροβιακές περιοδοντικές θεραπείες είναι ανεπαρκείς όσον αφορά στην εξάλειψη αυτών των παθογόνων βακτηρίων. Με την παραδοσιακή μηχανική θεραπεία (δηλαδή, αποτρύγωση και ριζική απόξεση), το βιοϋμένιο του στόματος και το μικροβιακό φορτίο επανέρχονται στα προθεραπευτικά επίπεδα σε μόλις 3 έως 7 ημέρες. Είναι προφανές ότι η κατάλληλη διαχείριση αυτών των παθογόνων απαιτεί επιπλέον ενέργειες, συμπεριλαμβανομένης της πρόβλεψης για αντιμικροβιακή θεραπεία. Ευτυχώς, σήμερα υπάρχουν διαθέσιμες τεχνολογίες που βοηθούν τους οδοντιάτρους να διαγιγνώσκουν σωστά και να παρακολουθούν τα επίπεδα των βακτηρίων που υπάρχουν στο στόμα των ασθενών τους. Υπάρχουν μόνο περίπου μία δεκάδα βακτήρια που είναι γνωστό ότι προκαλούν φλεγμονώδη αντίδραση η οποία είναι άμεσα υπεύθυνη για την προσβολή του περιοδοντίου και, από αυτά τα συγκεκριμένα παθογόνα, πέντε έχει δειχθεί ότι προκαλούν ανεξάρτητα ΚΑΝ. Μπορεί να γίνει εύκολα μία απλή καλλιέργεια ή ένα βακτηριακό τεστ DNA για να προσδιοριστούν οι αιτιολογικοί παράγοντες που εμπλέκονται σε κάθε περιστατικό. Υπάρχουν εμπορικά διαθέσιμες αρκετές διαγνωστικές δοκιμασίες και βρίσκονται υπό ανάπτυξη διάφορα τεστ εξειδικευμένης θεραπείας.

Η γνώση των ακριβών μικροοργανισμών μπορεί να καθοδηγήσει στη συνέχεια την επιλογή των τρόπων θεραπευτικής αντιμετώπισης. Το τελικό στοιχείο στην παρακολούθηση των θεραπευτικών αποτελεσμάτων του ιατρικού μοντέλου περιλαμβάνει απλώς τη μεταθεραπευτική επανάληψη των εργαστηριακών δοκιμασιών για τον έλεγχο της παρουσίας των αιτιολογικών παραγόντων. Η θεραπευτική επιτυχία επιτυγχάνεται όταν η αρχική θεραπεία ή οι επακόλουθες θεραπείες συντελούν στην πλήρη εκρίζωση των αιτιολογικών παραγόντων ή τη μείωσή τους σε επίπεδα που βρίσκονται κάτω από τα καθιερωμένα όρια κινδύνου.

Συμπέρασμα

Η ιδέα ότι η περιοδοντική νόσος κατέχει μία αιτιολογική θέση στη σχέση της με την ΚΑΝ σήμερα γίνεται ταχύτατα αποδεκτή. Οι οδοντίατροι έχουν μία νέα και μεγαλύτερη ευθύνη να κινητοποιούν τους ασθενείς τους να φροντίζουν τα περιοδοντικά τους προβλήματα. Πλέον, δεν είναι μόνο το στοματικό περιβάλλον που βρίσκεται σε κίνδυνο από αυτά τα φονικά βακτήρια και οι ασθενείς που κατανοούν αυτούς τους κινδύνους είναι πιο πιθανόν να αποδεχθούν τη θεραπεία. Οι γιατροί πρέπει να προσβλέπουν στην οδοντιατρική για την παροχή αυτής της λύσης όσον αφορά στην ΚΑΝ. Αυτό θα περιλαμβάνει τη θεραπεία του 50 έως 60% των ασθενών τους που έχουν περιοδοντική νόσο και βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο για καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικό. Τι θα γίνει εάν αύριο αλλάξουν οι οδηγίες αναφορικά με την καθιερωμένη φροντίδα και απαιτείται οι γιατροί να αντιμετωπίζουν την περιοδοντική νόσο ως αιτιολογικό παράγοντα για ΚΑΝ; Είναι η οδοντιατρική έτοιμη να απαντήσει επαρκώς στις απαιτήσεις;

Βιβλιογραφία

  1. Eke PI, Dye BA, Wei L. Prevalence of periodontitis in adults in the United States: 2009 and 2010. J Dent Res. 2012;91(10):914-920.
  2. Bale B, Doneen A, Vigerust DJ. High-risk periodontal pathogens contribute to the pathogenesis of atherosclerosis. Postgrad Med J. 2017;93:215-220.
  3. Bale B, Doneen A. Beat the Heart Attack Gene. New York, NY: Turner Publishing; 2014.
  4. COBE HM. Transitory bacteremia. Oral Surg Oral Med Oral Pathol. 1954;7(6):609-615.
  5. Pessi T, Karthunen V, Karjalainen PP, et al. Bacterial signatures in thrombosis aspirates with myocardial infarction. Circulation. 2013;127(11):1219-1228.
  6. Petersilka GJ, Ehmke B, Flemmig TF. Antimicrobial effects of mechanical debridement. Periodontol 2000. 2002;28:56-71.
  7. University of Sydney. Treating gum disease improves vascular health in Indigenous Australians: study. ScienceDaily Website. https://www.sciencedaily.com/releases/2014/06/140626101710.htm. Published June 26, 2014. Accessed August 16, 2018

 

Ουλίτιδα: O ύπουλος εχθρός

by manager
 
Ουλίτιδα : O ύπουλος εχθρός

 

 

Ουλίτιδα: O ύπουλος εχθρός

 

Όταν δεν τηρείται αποτελεσματική καθημερινή στοματική υγιεινή, η βακτηριδιακή πλάκα αρχίζει και συσσωρεύεται επάνω στα δόντια και προξενεί φλεγμονή στα ούλα.

Τα συμπτώματα της ουλίτιδας περιλαμβάνουν ερυθρότητα, πρήξιμο ή/και αιμορραγία των ούλων. Αυτά όμως τα συμπτώματα μπορεί να μην εμφανίζονται πάντα – ειδικά στους καπνιστές, που έχουν μειωμένη αιματική παροχή στα ούλα τους.

Μια ουλίτιδα που παραμένει αθεράπευτη μπορεί να εξαπλωθεί στο κόκκαλο κάτω από τα ούλα, όπου η φλεγμονή (τμήμα της φυσιολογικής ανοσολογικής απόκρισης του οργανισμού) μπορεί να κάνει το κόκκαλο να συρρικνωθεί και να εξαφανιστεί. Όσο το κόκκαλο μειώνεται γύρω από τη ρίζα του δοντιού, τόσο μειώνεται και ο περιοδοντικός σύνδεσμος.

Στις βαριές περιπτώσεις περιοδοντικής νόσου, εξαφανίζεται η σύνδεση μεταξύ οστού και δοντιού, έτσι το δόντι παύει να είναι λειτουργικό και μπορεί και να πέσει.

Η αγωγή της νόσου των ούλων προσλαμβάνει διαφορετικές μορφές, ανάλογα με τη σοβαρότητα του προβλήματος. Συνήθως αρχίζει με έναν σε βάθος καθαρισμό των επιφανειών δοντιού – ρίζας, ακριβώς κάτω από τη γραμμή των ούλων για την αφαίρεση της πλάκας και της τρυγίας (σκληρή πλάκα).

Μερικές φορές χρειάζεται να ανοίξει ένας μικρός κρημνός ουλικού ιστού για την προσπέλαση και τον καθαρισμό της προσβεβλημένης περιοχής. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν αντιβιοτικά, τοπικά στον ιστό με βλάβη.

Στην περίπτωση σημαντικής απώλειας οστού ή ουλικού ιστού, μπορούμε να τους αναπλάσουμε χρησιμοποιώντας διάφορες μοσχευματικές τεχνικές που έχουν πια γίνει ρουτίνα στην οδοντιατρική.

Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, μπορεί να χρειαστεί επίσης να συνδέσουμε προσωρινά το κινητικό δόντι με τα παρακείμενα δόντια.

Αυτή η διαδικασία, που λέγεται ναρθηκοποίηση, βοηθάει στη στήριξη των κινητικών δοντιών μέχρι να επουλωθούν αρκετά οι ιστοί γύρω απ’ αυτά ώστε να τα συγκρατούν πάλι στη θέση τους.

Η ναρθηκοποίηση δυσκολεύει τον καθαρισμό των δοντιών και γι’ αυτό είναι σημαντικό να αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο στη στοματική υγιεινή μέχρι να αφαιρεθεί ο νάρθηκας.