Το πρώιμο στρες μπορεί να οδηγήσει σε κακή σύγκλειση

Σιάτλ, Η.Π.Α.: Είναι γνωστό ότι οι πρώτες 1,000 ημέρες μετά τη σύλληψη επηρεάζουν σημαντικά το προσδόκιμο ζωής ενός ανθρώπου και την ευαισθησία του στις ασθένειες.

Ενώ το χαμηλό βάρος κατά τη γέννηση, για παράδειγμα, έχει καθιερωθεί ως πρωταρχικός δείκτης πρώιμου στρες, τα ευρήματα μιας νέας μελέτης έχουν δείξει ότι οι ασυμμετρίες της κάτω περιοχής του προσώπου, αξιολογημένες σε σχέση με την ασύμμετρη σύγκλειση, αποτελούν δείκτη περιβαλλοντικού στρες και εγκεφαλικής μετατόπισης κατά τη διάρκεια της πρώιμης ανάπτυξης.

Στη μελέτη, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον αξιολόγησαν τα στοιχεία 6,654 Αμερικανών εφήβων, τα οποία και είχαν συλλεχθεί κατά την περίοδο από το 1966 έως το 1970, στα πλαίσια της Εθνικής Έρευνας για τη Διατροφή και την Υγεία. Τα πιο πρόσφατα δεδομένα δεν χρησιμοποιήθηκαν λόγω της έλλειψης σημερινών πληροφοριών σχετικά με την εμφάνιση ασυμμετριών του χαμηλότερου τμήματος του προσώπου στον Αμερικανικό πληθυσμό.

Συνολικά, εκτιμάται ότι 1 στους 4 εφήβους των Η.Π.Α. Εμφανίζει τις εν λόγω ασυμμετρίες, κατέληξαν οι ερευνητές.

Οι ρετρογναθικές ασυμμετρίες (17%),  η συνηθέστερη ασυμμετρία του χαμηλού τμήματος του προσώπου στον Αμερικανικό πληθυσμό,, βρέθηκαν να κυμαίνονται τυχαία μεταξύ της αριστερής και της δεξιάς πλευράς του προσώπου. Αυτή η τυχαιότητα υποδηλώνει πρώιμο στρες, δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, καθηγητής Philippe Hujoel, από την Οδοντιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου.

Ο Hujoel τόνισε ότι τα στραβά δόντια και ο προγναθισμός άνω και κάτω γνάθου πρέπει να διαχωριστούν από την ασύμμετρη σύγκλειση, καθώς αυτές οι περιπτώσεις μπορούν να σχετιστούν με ασύμμετρες και συμμετρικές αποκλίσεις, με τις τελευταίες να είναι περισσότερο αποτέλεσμα γενετικών παραγόντων παρά περιβαλλοντικού στρες.

Απαιτείται περαιτέρω έρευνα ώστε να προσδιοριστεί κατά πόσο η ασυμμετρία του κάτω μέρους του προσώπου είναι δείκτης χρόνιων παθήσεων. Η μελέτη έχει τίτλο “Lower face asymmetry as a marker for developmental instability.” Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό American Journal of Human Biology.

source http://www.dentalalert.gr